- Φλώρινας, νομός
- Νομός (1.863 τ. χλμ., 54.768 κάτ.) της περιφέρειας δυτικής Μακεδονίας στο βόρειο τμήμα της. Συνορεύει στα Β με τη Π.Γ.Δ.Μ., στα Α με τους νομούς Πέλλας και Κοζάνης, στα Ν με τους νομούς Κοζάνης και Καστοριάς και στα Δ με την Αλβανία. Πρωτεύουσα είναι η Φλώρινα. Ο νομός έχει 8 δήμους και 4 κοινότητες. Οι δήμοι είναι: Αετού, Αμυνταίου, Κάτω Κλεινών, Μελίτης, Περάσματος, Πρεσπών, Φιλώτα και Φλώρινας. Οι κοινότητες είναι: Βαρικού, Κρυσταλλοπηγής, Λεχόβου και Νυμφαίου.
Γεωγραφικά στοιχεία και κλίμα. Το ανάγλυφο του νομού Φ. διαμορφώνεται βασικά από τα βουνά που σχεδόν τον περιβάλλουν και από τη λεκάνη της Φ., η οποία έχει τη μορφή οροπεδίου και συνεχίζεται Ν προς την Πτολεμαΐδα και Β προς τη Π.Γ.Δ.Μ. Στο βορειοδυτικό τμήμα του νομού υψώνεται το Περιστέρι ή Βαρνούς, του οποίου ο κύριος όγκος βρίσκεται στο γιουγκοσλαβικό έδαφος· στο ελληνικό είναι η κορυφή Καλό Νερό (2.156 μ.). Ως συνέχεια του Βαρνούντα υψώνονται στα Δ, με ΒΔ-ΝΑ κατεύθυνση, το Τρικλάριον, που απολήγει στη μικρή Πρέσπα, και στα Ν, μετά τη διάβαση του Πισοδερίου, το Βέρνον ή Βίτσι (2.128 μ.), που αποτελεί και το όριο με τον νομό Καστοριάς. Στο ΒΑ άκρο του νομού υψώνεται ο Βόρας ή Καϊμακτσαλάν, με την ψηλότερη κορυφή του (2.524 μ.) στα σύνορα με τη Π.Γ.Δ.Μ. και στο όριο των νομών Φ. και Καστοριάς.
Το υδρογραφικό δίκτυο του νομού δεν περιλαμβάνει μεγάλα ρεύματα, έχει όμως αξιόλογα ταφροειδή βυθίσματα, τις λίμνες: Πρέσπες, Βεγορίτιδα, Χειμαδίτιδα και Πετρών. Μικρά υδάτινα ρεύματα, που πηγάζουν από τα βουνά του νομού, διαφεύγουν τα περισσότερα στα B.
Το κλίμα του νομού Φ., κατ’ εξοχήν ορεινό, έχει όλα τα χαρακτηριστικά του ηπειρωτικού. Στην πόλη της Φ. η θερμοκρασία έχει φτάσει τους -23°C.
Οικονομία. Ο νομός Φ. είναι αραιοκατοικημένος. Μικρό μόνο τμήμα της επιφάνειάς του καλλιεργείται. Κύρια προϊόντα είναι τα δημητριακά, οι πατάτες, στην παραγωγή των οποίων έρχεται πρώτος σε ολόκληρη τη Μακεδονία, ο καπνός, τα μήλα, τα ζωοκομικά κ.ά. Σημαντική είναι και η παραγωγή λιγνίτη στη Βεύη, ενώ η βιομηχανία είναι ασήμαντη. Αντίθετα, υπολογίσιμη πηγή εισοδήματος αποτελούν τα μεταναστευτικά εμβάσματα.
Μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού είναι συγκεντρωμένο στην πρωτεύουσα και, μεταξύ αυτού, τα δύο πέμπτα όσων απασχολούνται στη βιομηχανία και βιοτεχνία και στα άλλα μη αγροτικά επαγγέλματα.
Ιστορία. Κύριο χαρακτηριστικό στην ιστορία της περιοχής (μεσαιωνική και νεότερη) είναι οι συχνές επιδρομές και λεηλασίες, που τις προκαλούσαν άλλοτε οι Βούλγαροι (κατά τη βυζαντινή περίοδο) και συχνότερα οι Τουρκαλβανοί. Οι τουρκικές αρχές προσπάθησαν τον 16o, και κυρίως τον 17o αι., να περιορίσουν το κακό, αλλά η κατάσταση έγινε περισσότερο δύσκολη ύστερα από την εξάπλωση της ανταρσίας και μεταξύ των χριστιανών κατοίκων της βορειοδυτικής Μακεδονίας, προπάντων κατά τις κρίσεις που προκαλούσαν επαναστατικά κινήματα στην Αλβανία ή άλλου είδους εξεγέρσεις σε διάφορες νοτιοβαλκανικές περιοχές. Η κατάσταση αυτή ανάγκασε τον ειρηνικό πληθυσμό να μετακινείται συνέχεια σε ασφαλέστερα μέρη, να πλαισιώνει τους κατοίκους κυρίως των ορεινών χωριών και να δυσανασχετεί για την έλλειψη τάξης. Μέσα στην ατμόσφαιρα της αβεβαιότητας εύκολα κινούνταν οι κλέφτες, οι οποίοι δεν δίστασαν τον δεύτερο χρόνο του Κρητικού πολέμου (1646) να επιτεθούν εναντίον της ίδιας της Φ. και να αναγκάσουν τους κατοίκους να την εγκαταλείψουν.
Στα τέλη του 17ου αι. η πόλη είχε πια διαμορφώσει τον πληθυσμιακό της χαρακτήρα: υπερτερούσαν οι μουσουλμάνοι. Η πόλη χωριζόταν σε έξι συνοικίες με 1.500 σπίτια συνολικά, 14 τζαμιά (από τα οποία τα τρία τουλάχιστον ήταν παλαιές χριστιανικές εκκλησίες), 3 μεντρεσέδες, έναν τεκέ των δερβίσηδων, εφτά κατώτερα σχολεία, δύο λουτρά, δύο μεγάλα χάνια και εκατό καταστήματα. Η τουρκική διοίκηση αποτελούνταν από τον στρατιωτικό διοικητή (κεχαγιά) της περιοχής, τον κεχαγιά της πόλης, τον σερδάρη των γενιτσάρων και μερικούς ακόμα κατώτερους αξιωματούχους και θρησκευτικούς ηγέτες.
Στις αρχές του 18ου αι. εμφανίστηκε και στην περιοχή του νομού της Φ. το φαινόμενο του ομαδικού εξισλαμισμού μεταξύ των χριστιανών κατοίκων. Με την έκρηξη μάλιστα του Tουρκοβενετικού πολέμου για την Πελοπόννησο (1714-18) και κυρίως ύστερα από την ενεργό ανάμειξη της Αυστρίας στη σύρραξη (1716 κ.εξ.) –γεγονός που έφερε τα στρατεύματα του Ευγενίου της Σαβοΐας έως το Βελιγράδι– οι καταπιέσεις και η προληπτική τρομοκρατία των Τούρκων εις βάρος των χριστιανικών πληθυσμών της περιοχής της Αχρίδας και της Φ. φέρνει τους κατοίκους σε απόγνωση και τους αναγκάζει να αλλαξοπιστήσουν. Τότε εμφανίζονται στην περιοχή αυτή και Οθωμανοί λιποτάκτες του αυστροτουρκικού πόλεμου, που επιδίδονται σε ληστείες και φόνους και σε κάθε είδους τρομοκρατικές ενέργειες. Όλα αυτά ανάγκασαν την Υψηλή Πύλη να καταργήσει το 1721 τα αρματολίκια της δυτικής Μακεδονίας (μεταξύ των οποίων και της Φ.) και να αναθέσει τη φύλαξη των δερβενιών σε έμπιστους μουσουλμάνους στρατιωτικούς της αρεσκείας των ντόπιων Τούρκων προκρίτων.
Παρά τα γεγονότα αυτά, από το 1718 και στο εξής, ύστερα δηλαδή από τη συνθήκη του Πασάροβιτς (που καθιέρωσε το ελεύθερο εμπόριο και στη Βαλκανική), η Φ. και η επαρχία της γνώρισαν για πρώτη φορά στη νεότερη ιστορία τους μέρες σχετικής οικονομικής ακμής. Στους Έλληνες κατοίκους πάντως (των οποίων ο αριθμός άρχισε σιγά σιγά να αυξάνεται) δίνονταν πολλές ευκαιρίες πλουτισμού με το εμπόριο των δυτικομακεδονικών προϊόντων που εξάγονταν στις αγορές της βόρειας Βαλκανικής, καθώς επίσης και με τη συνεχή διακίνηση καραβανιών μέσα από τα χωριά της περιοχής προς το Μοναστήρι, την Αχρίδα, το Μπεράτι, τα Σκόπια και τα άλλα βορειότερα εμπορικά κέντρα της χερσονήσου. Τότε άρχισε η συνήθεια να έχουν οι Πισοδερίτες την εκμετάλλευση σε χάνια και καραβανσεράγια στη βορειοδυτική Μακεδονία, αλλά και σε άλλους τόπους της Βαλκανικής.
Νέα επιστροφή στην αναρχία –τη φορά αυτή με σοβαρότερους κινδύνους– σημειώθηκε μετά τον Pωσοτουρκικό πόλεμο του 1768-74, προπάντων ύστερα από τα ορλωφικά. Τότε άρχισε μια μακρόχρονη περίοδος τουρκαλβανικών επιδρομών, που ανάγκασε τους χριστιανικούς πληθυσμούς σε αδιάκοπες μετακινήσεις, ιδίως στους καζάδες της Φ., του Oστρόβου, της Έδεσσας και του Σαρί Γκιολ. Η κατάσταση αυτή απογύμνωσε την πόλη της Φ. και τα χωριά της από τους κατοίκους, ενώ αντίθετα αύξησε τον χριστιανικό πληθυσμό του Μοναστηρίου. H τροπή των πραγμάτων ανάγκασε στα τέλη του 18ου αι. τους Τούρκους διοικητές της Φ. να επέμβουν (αναφέρεται στις τουρκικές πηγές ο πρόκριτος της Φ. -αγιάν- Μουσταφά, να προκαλεί την επέμβαση των αρχών): πήραν διάφορα δραστικά μέτρα εναντίον των τοπικών αυτών μετακινήσουν, που έφεραν την ερήμωση και την έλλειψη εργατικών χεριών (φαινόμενο που, υπό διαφορετικές συνθήκες βέβαια, θα ξαναπαρουσιαστεί εδώ μετά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο και τις μεταναστεύσεις των Δυτικομακεδόνων εργατών προς την Γερμανία).
Με την έκρηξη της Επανάστασης στην κεντρική Μακεδονία (1822-23) η περιοχή της Φ. περνά περίοδο τρομοκρατίας. Στις αρχές του 1823 οι Τούρκοι καταστρέφουν τα σημαντήρια των χριστιανικών ναών, λεηλατούν τα μοναστήρια και αφήνουν Τουρκαλβανούς ατάκτους να καταπιέζουν τους πληθυσμούς.
Αλλά ο σοβαρότερος κίνδυνος για τους Έλληνες κατοίκους της περιοχής παρουσιάστηκε ύστερα από τη συστηματικοποίηση των ενεργειών του πανσλαβιστικού κομιτάτου της Μόσχας και τη δραστηριοποίηση των Βουλγάρων πρακτόρων του. Το 1862 η οθωμανική κυβέρνηση αναγνωρίζει στη Φ. τη σύσταση βουλγαρικής κοινότητας, επιτρέπει την ίδρυση βουλγαρικών σχολείων και υποθάλπει τον διχασμό μεταξύ του ελληνόφωνου και του σλαβόφωνου πληθυσμού. Μετά το σχίσμα, αλλά κυρίως ύστερα από τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878, την αναγνώριση της ηγεμονίας της Βουλγαρίας και την υπογραφή της συνθήκης του Aγίου Στεφάνου (1878) (με την οποία η Φ. περιερχόταν στο υπερβολικά εκτεταμένο νεοσύστατο βουλγαρικό κράτος), ξέσπασε στην περιοχή φοβερή θύελλα. Βουλγαρικές συμμορίες εισέβαλαν στην ύπαιθρο και ανάγκαζαν τους πατριαρχικούς να γίνουν σχισματικοί, Τούρκοι τσιφλικάδες καταπίεζαν τους χριστιανούς κολίγους τους, εκβιάζοντάς τους με την απειλή του εκσλαβισμού και οι Έλληνες αντιδρούσαν, προχωρώντας σε βίαιες ενέργειες αντιποίνων. Στις αρχές του 1878 άρχισε ανοιχτός πόλεμος μεταξύ των Ελλήνων κατοίκων και των βουλγαρικών συμμοριών. Η περιοχή της Κοζάνης, της Καστοριάς, των Πρεσπών, του Πισοδερίου, της Φ., του Μοναστηρίου και του Μορίχοβου έγινε το θέατρο αιματηρού ανταρτοπόλεμου, ενώ την ίδια εποχή η ελληνική κυβέρνηση προσπαθούσε με απεγνωσμένες διπλωματικές ενέργειες να αποτρέψει στο Βερολίνο την εφαρμογή της συνθήκης του Aγίου Στεφάνου.
Η ήττα των Ελλήνων στον Eλληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 έδωσε την ευκαιρία στη Βουλγαρία να επέμβει και πάλι στη δυτική Μακεδονία. Τις δυσκολίες των Ελλήνων πολλαπλασίασε η ανάμειξη των Ιταλών και των Αυστριακών, καθώς επίσης και η έντονη σερβική και ρουμανική προπαγάνδα (κυρίως από το 1889 και εξής). Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν η έναρξη του Mακεδονικού αγώνα, η ίδρυση (στην Αθήνα) του Μακεδονικού Κομιτάτου από Δυτικομακεδόνες και η δραστηριοποίηση του ελληνικού στοιχείου, με την ίδρυση και την επέκταση σχολείων και την οργάνωση ένοπλης άμυνας εναντίον των ξένων επιβολέων. Στην περιοχή του σημερινού νομού την οργάνωση της άμυνας αυτής είχε αναλάβει ο Βασίλειος Μπάλκος. Τελικά τον αγώνα τον καθαγίασε ο Παύλος Μελάς με τον θάνατό του, τον Οκτώβριο του 1904, στη Σιάτιστα. Η κρίση κράτησε έως το 1908, έως την ανακήρυξη του Συντάγματος των Νεότουρκων. Από τότε η περιοχή του σημερινού νομού της Φ. συνδέεται με την γοργή εξέλιξη των γεγονότων που οδήγησαν τελικά στην απελευθέρωσή της (1912).
Πελεκάνοι στον μικρό, αλλά αξιόλογο, ζωολογικό κήπο της Φλώρινας.
Χαρακτηριστικά αγγεία με γραπτή (κάτω) και χαρακτή (πάνω) διακόσμηση από νεκροταφείο της πρώιμης εποχής του σιδήρου στις όχθες της λίμνης Βεγορίτιδας, κοντά στο χωριό Άγιος Παντελεήμων (πρώην Πάτελι) (Μουσείο Θεσσαλονίκης).
Το σχολείο του Νυμφαίου στεγάζεται σ’ ένα αξιόλογης αρχιτεκτονικής οικοδόμημα.
Η Βίγλα Πισοδερίου, στη Φλώρινα (φωτ. ΑΠΕ).
Επιτύμβια πλάκα στο Μουσείο της Φλώρινας. Τέτοιες πλάκες βρέθηκαν πολλές στη Μακεδονία.
Άποψη προς τα λιγνιτωριχεία της Βεύης με την οροσειρά του Βορά στο βάθος.
Η Άρτεμις λατρευόταν πολύ στην περιοχή της Φλώρινας κατά τους αρχαίους χρόνους, ως Αγροτέρα και Κυνηγέτις. Αναθηματικό ανάγλυφο με παράσταση της θεάς Αρτεμης σε κυνήγι (Μουσείο Φλώρινας).
Επιτάφειο μνημείο από τη συλλογή ενεπίγραφων επιτύμβιων του Μουσείου της Φλώρινας.
Ν. ΦΛΩΡΙΝΑΣ
Dictionary of Greek. 2013.